Ευρετήριο Άρθρου

2. Η θέση Αντικειμένου (θεσμός)/ Υποκειμένου (εκπαιδευτικός)

α) Το Αντικείμενο/ Ο Θεσμός

  • Στις διαδικασίες φαινομένων και καταστάσεων μέσα στις διάφορες κουλτούρες που διαμορφώνονται παρακολουθούμε ποικιλία σχέσεων άρα και αντιφάσεων. Σε μια τέτοια περίπτωση το άτομο παρεμβαίνει, διαμεσολαβεί, προκειμένου να ελέγξει τον αποφασιστικό πόλο της αντίφασης όχι προς ίδιον όφελος αλλά για το κοινό καλό, και για να γίνει αποτελεσματικό. Δεν σημαίνει πως οι διαμεσολαβήσεις είναι πάντοτε επιτυχείς.
    • Αντιφάσεις όσον αφορούν στην εργασιακή κατάσταση: Ποια είναι η κουλτούρα της αξιολόγησης που έχουμε σαν αναπαράσταση; Είναι ο έλεγχος. Δηλαδή, αν ορίσουμε την ελευθερία σαν τη δυνατότητα ελέγχου των συνθηκών δουλειάς και των καταστάσεων κατανοούμε πως η άσκηση της ελευθερίας διακυβεύεται και αυτό δημιουργεί μιαν ένταση. Υπάρχει, η σχέση του αντικειμενικού με το υποκειμενικό και το πρώτο πάει να περιορίσει το δεύτερο. Με αυτή την ένταση έχουμε ζήσει και η αξιολόγηση κινητοποιεί την αναπαράσταση του κλονισμού της αυτοβεβαίωσης. Η αξιολόγηση όμως ελέγχει και την επιμόρφωση, αυτή που διατέθηκε τόσο από το Πανεπιστήμιο αλλά και αργότερα κι αυτό βέβαια με την πρόθεση της βελτίωσης της ποιότητας της παρεχόμενης εκπαίδευσης για να μαθαίνουν όλα τα παιδιά γράμματα. Αλλά αυτή η σχέση δεν είναι μόνη της άρα κουβαλάει και άλλες αντιφάσεις. Εκ των υστέρων, δηλαδή, ελέγχεται αν όσα ο εκπαιδευτικός γνωρίζει καλώς τα γνωρίζει και, τελικά, πληρώνει αυτός για.....την ποιότητα που του μάθανε να παρέχει! Βέβαια ο έλεγχος-αξιολόγηση έρχεται να γίνει μέσα από τη διάσταση της ποιότητας για το κοινωνικό καλό, κάτι που δείχνει πως αναγνωρίζεται ο κοινωνικός χαρακτήρας της γνώσης. Και από εδώ και πέρα το εργασιακό διασταυρώνεται με το παιδαγωγικό και το διδακτικό. Δηλαδή, αναγνωρίζεται πως στην τάξη μαθαίνουν τα παιδιά, εκεί που είναι και η κύρια εργασία του εκπαιδευτικού. Δεν είναι η μόνη εργασία, που κάνει αλλά είναι η κύρια, γιατί εκεί δουλεύει για να μαθαίνουν τα παιδιά. Εκεί όπου το παραγόμενο προϊόν της γνώσης και η διαδικασία προσέγγισής της, μια άλλη μορφή της, αποδεικνύονται ρευστά "προϊόντα". Πώς να εμπιστευτεί ο εκπαιδευτικός, που ξέρει αυτή τη ρευστότητα, τον έλεγχο για όσα του έμαθαν κι αν εφαρμόζονται καλά; Πώς, όταν η διαδικασία εμφύτευσης δεν συνιστά ένα εχέγγυο εμπιστοσύνης; Όταν δεν έχει όπως φαίνεται αποκατασταθεί ο διάλογος ανάμεσα στο υποκείμενο και το αντικείμενο γι αυτή τη διαδικασία; Όταν η επιμόρφωσή του είναι μετέωρη για πολλά χρόνια; Το θέμα των πρακτικών γίνεται και το κύριο πεδίο του ενδιαφέροντος όλων, όπου κυριαρχεί η έννοια του ταυτοτικού. Στο σχολείο, λοιπόν, και στην οικοδόμηση της γνώσης συναντώνται όλοι και γίνονται συμπαίκτες. Ποιος θα διαφωνήσει πως δεν ενδιαφέρονται όλοι; Και ποιος, επίσης, θα διαφωνήσει πως η εκπαιδευτική λειτουργία δεν είναι πολιτική και οι διαμεσολαβήσεις του εκπαιδευτικού δεν είναι πολιτικά χρωματισμένες εφόσον ακριβώς στοχεύουν στην οικοδόμηση της γνώσης, κοινό στόχο των εταίρων, στο σχολείο; Η αξιολόγηση και η επιμόρφωση συνδέονται σοβαρά με την εργασιακή σχέση του εκπαιδευτικού, κι ό τι αφορά τις συνθήκες εργασίας του και διαμορφώνει τις κουλτούρες που αναφέραμε, αφού αυτές διασταυρώνονται και αλληλεπιδρούν.
    • Αντιφάσεις που αφορούν στην παιδαγωγικο-διδακτική σχέση: Η εργασιακή μορφή περνάει μέσα από την αντίφαση της εκπαίδευσης και της μάθησης, την παιδαγωγική μορφή που συναντάει μιαν άλλη της διδακτικής η οποία μοιάζει δευτερεύουσα αλλά γίνεται θεμελιώδης. Εδώ επικεντρώνουμε σε ό τι έχει να κάνει με την παιδαγωγική σχέση και τις σχέσεις των πρωταγωνιστών, όλων, όπου υπάρχει μια σειρά περιορισμών και κανόνων, που εσωτερικεύονται για να τηρηθεί π.χ. η τάξη στο σχολείο τόσο σε επίπεδο σχέσεων όσο και σε επίπεδο διδασκαλίας. Στο σχολείο, η τήρηση του προγράμματος, η δεοντολογία της ιεραρχίας κ.λ.π. αλλά και στην τάξη, η λύση των ασκήσεων, η προσοχή στο μάθημα και η ησυχία για τη διεξαγωγή του, η υπακοή στις εντολές και ο σεβασμός, με λίγα λόγια η τήρηση ενός σιωπηλού συμβολαίου. Στις σχέσεις αυτές η εκπαίδευση βάζει περιορισμούς (να τηρηθεί το πρόγραμμα, οι διαγωνισμοί, η μαθητική αξιολόγηση), ενώ η μάθηση θέλει ελευθερία. Π.χ. το θέμα της ύλης/ χρόνου. Οι εκπαιδευτικοί λένε πως δεν μπορούν να διδάξουν ελεύθερα, γιατί τους θέτει περιορισμούς ο χρόνος. Καταλαβαίνουμε πως εκεί πρέπει κανείς να αξιολογήσει και τα Αναλυτικά Προγράμματα, τα Εγχειρίδια, τις μεθόδους και πρακτικές. Η διαδικασία οικοδόμησης της γνώσης και το προϊόν της δεν αφήνει στο απυρόβλητο και τέτοιες παραμέτρους κι ενώ αυτή η αντίφαση μοιάζει δευτερεύουσα, εντούτοις, λειτουργεί καταλυτικά. Η διαθεματικότητα θέλει να αντιμετωπίσει αυτή την ένταση και να την αναπροσαρμόσει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Έτσι η αντίφαση της εκπαίδευσης και της μάθησης συστοιχείται με την ή τις αντιφάσεις, που περικλείει η αξιολόγηση, για να συνθέσουν τη σχολική κουλτούρα. Η αντίφαση, της αξιολόγησης και του ελέγχου της ελευθερίας και καλύτερα του ελέγχου του χειρισμού της ελευθερίας του εκπαιδευτικού σε επίπεδο εργασιακό και σε επίπεδο παιδαγωγικό είναι έλεγχος των διαμεσολαβήσεων σε επίπεδο πλέον επαγγελματικό.
    • Κρίνονται πολλά και πολλοί μέσα από την εργασία του εκπαιδευτικού αλλά γι αυτά αξιολογείται αυτός. Με ποια αμοιβή; Είναι το σημείο τριβής και σωστά, γιατί ανακύπτει και η σχέση εργαζόμενου/ εργοδότη για να το πούμε απλά και ο εκπαιδευτικός είναι ένας εργαζόμενος κακά αμειβόμενος.

Συνοψίζοντας: Έχουμε να κάνουμε με εργασιακές σχέσεις, παιδαγωγικές και διδακτικές, που διαμορφώνουν μια κουλτούρα αξιολόγησης, μια κουλτούρα σχολική αλλά και επαγγελματική μέσα από διαμεσολαβήσεις, που έχουν σχέση με τη γνώση. Αυτό έχει σημασία, γιατί αυτό εξυπονοεί την ποιότητα.

β) Η Θέση του Υποκειμένου / Ο εκπαιδευτικός

    • Η γνώση που είναι διαδικασία, πρακτική, και προϊόν, που γίνεται ποιότητα, μπορεί να συνδεθεί, συμφωνούν όλοι, με το εργασιακό και το επαγγελματικό. Είδαμε τι περίπου επιχειρεί ο θεσμός, πως τοποθετείται απέναντι από τον εκπαιδευτικό. Κι αυτός;Η δημιουργική εργασία δεν είναι δυνατή αν δεν βρίσκει ο άνθρωπος χαρά γι αυτό που κάνει. Αν δεν καταλαβαίνει τη χρησιμότητα και αναγκαιότητά της αν, δηλαδή, αυτή η εργασία δεν είναι μια φόρμα έκφρασης της προσωπικότητάς του και των εσωτερικών αναζητήσεών του. Αυτό συμβαίνει μόνον όταν εκείνο που γίνεται έχει νόημα και είναι γι αυτό ευχάριστο ( Makarenko). Και στο Οικονομία και φιλοσοφία ο Μαρξ θέτει το ερώτημα πώς συμβαίνει η αποξένωση από την εργασία για να απαντήσει πως οφείλεται κατά ένα πρώτο λόγο στο ότι αυτή γίνεται εξωτερική για τον εργάτη, δηλαδή, δεν του ανήκει. Ύστερα ότι ο εργάτης δε βρίσκει σ? αυτήν ένα στοιχείο αυτοβεβαίωσης έτσι που αρνείται τον εαυτό του. Δεν αισθάνεται ευτυχισμένος αλλά δυστυχισμένος. Γι αυτό δεν θεωρεί πως είναι ο εαυτός του παρά μακριά από αυτήν. "Αισθάνεται πως είναι αυτός όταν δεν εργάζεται και όταν εργάζεται δεν είναι αυτός". Και ας μην ξεχνάμε και για τον εκπαιδευτικό το σχολείο είναι χώρος εργασίας και αν δεν βρίσκει μιαν αυτοβεβαίωση στη δουλειά του τότε είναι δυνατόν να δημιουργούνται ποικιλίες μη αποτελεσματικών διαμεσολαβήσεων, φυγή, κυνισμός, κλπ. Η αξιολόγηση που θα διαπίστωνε κάτι τέτοιο θα είχε ενδιαφέρον πώς θα λειτουργούσε εποικοδομητικά, για να εξασφαλίσει την ποιότητα; Τι θα έκανε θα ικανοποιούταν με μια εκτίμηση και θα σταματούσε εκεί; Αλήθεια πώς θα κυνηγούσε το φαινόμενο;
    • Πώς ο εκπαιδευτικός θα εργάζεται και θα είναι ευχαριστημένος με αυτό που κάνει και παράγει, δηλαδή, τη γνώση και πώς δεν θα αισθάνεται αποξενωμένος από το προϊόν αυτό. Πώς θα είναι αυτός κατά τη διάρκεια της εργασίας του, πώς θα είναι αποτελεσματικός και θα επιβεβαιώσει τον πολιτικό/ κοινωνικό του ρόλο; Κατανοούμε πως η παρουσία της ιδιαιτερότητας των προσώπων στην εκπαίδευση, παίζει έναν κεντρικό ρόλο. Με λίγα λόγια τι πρέπει να γίνει για να μετατρέψουμε τα δεδομένα, που προκαλούν άρνηση, και να έχουν οι πρωταγωνιστές μια συμμετοχή στην παραγωγή της γνώσης τέτοια, που να αναγνωρίζουν τον εαυτό τους και να αισθάνονται ευχαριστημένοι να μην αισθάνονται, δηλαδή, αποξενωμένοι από αυτό που κάνουν;Πώς θα επικοινωνήσει στην ουσία το αντικειμενικό με το υποκειμενικό. Πώς θα δεχτούμε την αξιολόγηση ενώ συμβαίνουν όλα αυτά; Πως θα λύσουμε αυτή την εντασιακή σχέση, τη σχέση γνώσης την οποία, τελικά, πρέπει να χειριστούμε όλοι για να λειτουργήσει το σχολείο και μάλιστα να λειτουργήσει καλά. Πώς, δηλαδή, πρέπει να σκεφτούμε την αξιολόγηση; Ποια θα είναι η θέση του παρεμβαίνοντα σύμβουλου στις διαμορφωμένες κουλτούρες μέσα από αυτές τις συνθήκες;