Ευρετήριο Άρθρου

Μπορούμε να πούμε πως τα προβλήματα που καλείται να αντιμετωπίσει και να επιλύσει ένας συνθέτης όταν καταπιάνεται με τη μελοποίηση ενός νοηματικά και μορφολογικά σύνθετου ποιήματος είναι αντίστοιχα με τα προβλήματα που καλείται να επιλύσει ένας σκηνοθέτης που επιχειρεί να μεταφέρει στον κινηματογράφο, όχι ένα σενάριο που έχει γραφτεί επί τούτου, αλλά ένα λογοτεχνικό έργο. Γιατί είναι προφανές πως τα αισθητικά νοήματα ενός λογοτεχνικού έργου δεν βρίσκονται μονό στο επίπεδο της υπόθεσης και της πλοκής, αλλά και σ? ένα πλήθος άλλων επιπέδων που μπορεί να αφορούν στην ιδιαίτερη χρήση της γλώσσας, σε συμβολισμούς και σε αναφορές σε νοήματα που συμπεραίνονται εμμέσως χωρίς να δηλώνονται ευθέως, κλπ. Πώς μεταφέρεις π.χ στον κινηματογράφο τις σκέψεις του ηρωα, ένα εσωτερικό μονόλογο, τα σχόλια του συγγραφεί; Η αυτονομία κι η εσωτερική συνοχή ενός λογοτεχνικού έργου φαίνεται πολύ καθαρά στη δυσκολία που παρουσιάζει μερικές φορές η μετάφραση του από μια γλώσσα σε μια άλλη. Είναι γνωστό πως στην περίπτωση της μετάφρασης ισχύει πάντα το ?tradutore e traditore?, το να μεταφράζεις ισοδυναμεί με το να προδίδεις ως ένα βαθμό το νόημα. Τούτο είναι ιδιαιτέρα φανερό σε περιπτώσεις μορφών λογοτεχνίας που βασίζονται σε ιδιωματισμούς που δεν μεταφέρονται εύκολα, ή και καθόλου, από τη μια γλώσσα στην άλλη. Πώς μεταφράζεται π.χ το ιδιαίτερο ιδίωμα του Παπαδιαμάντη στα γαλλικά ή στα αγγλικά ; Κι? όμως, αυτό το ιδίωμα αποτελεί ένα από κύρια αισθητικά γνωρίσματα του συγγραφέα. Η σημασία των ιδιωματισμών μιας γλώσσας δεν βρίσκεται μόνο στο αναφορικό τους περιεχόμενο αλλά και στις πληροφορίες που μας προσφέρουν για τα ιδιαίτερα κοινωνικά και ιστορικά πλαίσια, για τις ιδιαίτερες παραδόσεις, για ιδιαίτερες κοινωνικές ομάδες και για ιδιαιτέρους χαρακτήρες που μπορεί να μην συναντιόνται σε αλλά πολιτιστικά πλαίσια, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να μεταφραστεί εύκολα κι ο τρόπος που μιλάνε, σκέφτονται και νοιώθουν αυτοί οι άνθρωποι. Οι μπλουζίτσες δεν είναι ρεμπέτες, το ισπανικό duente δεν είναι το ελληνικό φιλότιμο, ο Αμερικανός hill-billy δεν είναι ο αγρότης της Θεσσαλίας, ο Άγγλος αριστοκράτης δεν είναι ο Αθηναίος μεγαλοαστός του Ξενόπουλου, κλπ. Εάν λοιπόν στη λογοτεχνία διαπιστώνει κανείς την ύπαρξη πολλών νοηματικών επιπέδων, πέραν του αναφορικού, φαντάζεστε τι συμβαίνει με την περίπτωση της ποίησης που βασίζεται κατ? εξοχήν στην αξιοποίηση της των μεταφορικών νοημάτων και της αμφισημίας. Μπορούμε να πούμε πως κάθε ποιητικό έργο μοιάζει μ? ένα παγόβουνο του οποίου βλέπεις μονό την κορυφή, ενώ το μεγαλύτερο μέρος του νοήματος βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια. Το ίδιο συμβαίνει όμως και με κάθε μουσικό έργο. Πως συνδυάζονται λοιπόν αυτά τα δυο παγόβουνα από κρυφά νοήματα, χωρίς τον κίνδυνο να συνθλίψουν ανάμεσα τους κάποιο Τιτανικό ;

Που βρίσκονται όμως τα ?νοήματα? στην ποίηση και στη μουσική και τι εννοούμε μ? αυτή τη λέξη ; Κι? ας εξετάσουμε καταρχήν ποιο είναι το ?νόημα του νοήματος? της ποίησης (για να θυμηθούμε και την Suzan Langer). Δεν μπορούμε βέβαια να δώσουμε κάποια τελική απάντηση σ? αυτό το ερώτημα, γνωρίζουμε όμως πως η βασική προϋπόθεση που μπορεί να μετατρέπει τον λόγο, που εξυπηρετεί την καθημερινή επικοινωνία, σε ποίηση είναι η υποχώρηση της αναφορικής λειτουργίας της γλώσσας, η οποία μπορεί να επιτυγχάνεται μέσω διαφορών τεχνικών και στρατηγικών. Η συνηθέστερη στρατηγική που απομακρύνει τη γλώσσα από την καθημερινή της χρήση είναι η μετατροπή του ?ορθού? λογού σε έμμετρο, μέσω της αξιοποίησης του τονισμού των λέξεων, του μήκους των φράσεων και των προτάσεων, καθώς και της ομοιοκαταληξίας. Μ? αλλά λόγια, είναι ο ρυθμός που μπορεί να ?πακετάρει? -τρόπον τινά- το λόγο μέσα σε επαναλαμβανόμενα μουσικά μέτρα, τα οποία γεννούν την αίσθηση μιας περιοδικότητας, άρα κινητοποιούν ψυχολογικούς μηχανισμούς αναμονής. Η καθημερινή γλώσσα δεν είναι έμμετρη αλλά, αντιθέτως, είναι ρυθμικά ασύμμετρη, έτσι η επιβολή ενός αναγνωρίσιμου ρυθμού πάνω στη γλωσσά απομακρυνθεί τη λειτουργία της από την καθημερινή της χρήση και δηλώνει εξ? αρχής την πρόθεση για μια μετατόπιση του νοήματος των λέξεων από την απλή αναφορική τους λειτουργία.