Εκτύπωση

Τιμούμε και γιορτάζουμε σήμερα τους τρεις μεγίστους φωστήρας της τρισηλίου Θεότητος, Βασίλειο το Μέγα, Γρηγόριο το θεολόγο και Ιωάννη το Χρυσόστομο, από τις μεγαλύτερες μορφές της Εκκλησίας. Έλαμψαν ως ασκητές και σοφοί θεολόγοι, αναδείχτηκαν ως φιλόσοφοι, μεγαλούργησαν ως ρήτορες, αποδείχτηκαν μεγάλοι απολογητές και ακούραστοι κοινωνικοί εργάτες.

Πνεύματα φωτεινά, με απέραντη αγάπη προς την Εκκλησία και τον άνθρωπο, επέδρασαν και επιδρούν ακόμη στην καρδιά των ανθρώπων, γιατί η πίστη και η μαχητικότητα, το ήθος και η ζωή τους είναι πρότυπα χριστιανικής ζωής. Οικοδόμησαν και στερέωσαν την πίστη των χριστιανών, αντιμετώπισαν αιρέσεις, αγωνίστηκαν για την κοινωνική δικαιοσύνη, ανέπτυξαν στην παιδεία, θεμελίωσαν την ελληνοχριστιανική αγωγή γι' αυτό από τον ενδέκατο αιώνα η Εκκλησία τους τιμά και τους τρεις μαζί ως προστάτες της παιδείας και των γραμμάτων. Άνοιξαν νέους ορίζοντες στην ελληνική παιδεία, θεμελίωσαν τον εκκλησιαστικό λόγο και κατέδειξαν την αξία του ανθρώπου.Ο Μ. Βασίλειος γεννήθηκε το 330 στην Καισάρεια της Καππαδοκίας. Οι γονείς του Βασίλειος και Εμμέλεια κατάγονταν και οι δύο από οικογένειες μαρτύρων και ήταν πολύ πλούσιοι.

Τα πρώτα γράμματα ο γιος Βασίλειος τα διδάχτηκε από τον πατέρα του ο οποίος ασκούσε το επάγγελμα του δικηγόρου. Συμπλήρωσε την εγκυκλοπαιδική του μόρφωση στη Καισάρεια, όπου γνωρίστηκε με το συνομήλικό του Γρηγόριο το Ναζιανζηνό και πήγε για ανώτερες σπουδές στην Κωνσταντινούπολη και στην Αθήνα όπου σπούδασε επί 4 χρόνια φιλολογία, φιλοσοφία, νομικά, ρητορική, γεωμετρία, αριθμητική, αστρονομία, μουσική και ιατρική. Διαπίστωσε ότι υψίστη μορφή τελειότητας είναι να επιδοθεί κανείς απερίσπαστος στον αγώνα της ηθικής και πνευματικής προκοπής. Γι αυτό μοιράζει στους φτωχούς το μεγαλύτερο μέρος της οικογενειακής του περιουσίας και αποσύρεται σε ερημική τοποθεσία του Πόντου. Το 363 χειροτονείται πρεσβύτερος στην Καισάρεια και το 370 ανεβαίνει τον αρχιεπισκοπικό θρόνο της πόλης. Το έργο που πραγματοποίησε είναι αξιοθαύμαστο. Ο Βασίλειος αποτελούσε ένα σπάνιο συνδυασμό θεωρητικού και πρακτικού πνεύματος, ενθουσιασμού και ρεαλισμού, επιστήμης και αγάπης. Πολέμησε τις αιρέσεις , αντιτάχθηκε με γενναιότητα στις αυθαιρεσίες της πολιτείας, δίδαξε το λαό και ιδιαίτερα τους νέους, έσκυψε πάνω στον ανθρώπινο πόνο, οργάνωσε το μοναχισμό και τη λατρεία. Μόνο το συγγραφικό έργο του αρκεί για να δικαιώσει τη ζωή ενός μεγάλου.

'Έγραψε έργα δογματικά, ασκητικά, παιδαγωγικά, λειτουργικά και μεγάλο αριθμό ομιλιών και επιστολών. Το κοινωνικό του έργο ήταν πλούσιο. Οργάνωσε λαϊκά συσσίτια, κινητοποίησε τους πιστούς, μερίμνησε για τα παιδιά, εμπόδισε την εκμετάλλευση των αδυνάτων και όλα αυτά χωρίς να ξεχωρίζει χριστιανούς και ειδωλολάτρες. Έχτισε τη φημισμένη "Βασιλειάδα", ολόκληρο συγκρότημα από νοσοκομείο, γηροκομείο, ορφανοτροφείο καθώς και άλλα ιδρύματα στα οποία έβρισκε προστασία και θαλπωρή η ανθρώπινη δυστυχία, δίδαξε το λαό και ιδιαίτερα τους νέους. Η ιδιότητα της φύσης, διδάσκει, είναι να οικοδομούμε κοινωνία και να εξαρτάται ο ένας από τον άλλο και να αγαπάμε ο ένας τον άλλο. Πέθανε την 31η Δεκεμβρίου του 378 σε ηλικία 49 ετών και κηδεύτηκε την 1η Ιανουαρίου του 379 με πρωτοφανείς εκδηλώσεις σεβασμού και τιμής. Η Εκκλησία την ίδια μέρα τιμά τη μνήμη του. Ο Γρηγόριος γεννήθηκε το 329 σ' ένα χωριό κοντά στην Ναζιανζό της Καππαδοκίας.

Ο πατέρας του Γρηγόριος προσελκύστηκε στο χριστιανισμό από την ευσεβή σύζυγό του Νόννα. Ο Γρηγόριος μεγάλωσε στ Ναζιανζό όπου και έμαθε τα πρώτα γράμματα μέσα σ' ένα εκκλησιαστικό περιβάλλον. Φοίτησε στις σχολές της Καισάρειας τη Καππαδοκίας, της Καισάρειας της Παλαιστίνης, της Αλεξάνδρειας και της Αθήνας. Σπούδασε φιλολογία, φιλοσοφία, νομικά, αριθμητική, γεωμετρία και μουσική. Όταν επέστρεψε στην πατρίδα του ασκήτεψε μαζί με το Βασίλειο και ύστερα χειροτονήθηκε πρεσβύτερος. Φύση ευγενική συγχρόνως και ευαίσθητη ο Γρηγόριος δε μπορούσε να μείνει ασυγκίνητος στις ανάγκες του λαού. Έσπευδε στο πρώτο κάλεσμα να στρατευθεί ν' αναλάβει δράση. Το 379 σύνοδος ορθοδόξων του ζήτησε να μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη και να ενισχύσει τον αγώνα των ορθοδόξων κατά των αρειανών. Οι πέντε θεολογικοί του λόγοι ανασκεύασαν και κατέδειξαν τις πλάνες των αιρετικών. Γι αυτό χαρακτηρίστηκε θεολόγος. Το 380 αναδείχθηκε Πατριάρχης, αλλά επειδή αμφισβητήθηκε η εκλογή του παραιτείται για να ειρηνεύσει η εκκλησία. Αντιμετώπισε τις προκλήσεις με πραότητα και επιείκεια.

Ο Γρηγόριος χειροκροτήθηκε από το λαό σαν εκκλησιαστικός ρήτορας. Σώζονται 45 λόγοι ποικίλου περιεχομένου. Υπήρξε κυρίως ποιητής. Έγραψε 408 έπη (18000 στίχοι). Σώζονται και 245 επιστολές. Ολόκληρα χωρία του μεταφέρθηκαν αυτούσια στην υμνολογία εορτών. Πέθανε το 390 αφήνοντας την περιουσία του στους φτωχούς. Η Εκκλησία τιμά τη μνήμη του στις 25 Ιανουαρίου.Ο Ιωάννης , που επονομάστηκε Χρυσόστομος για την ανυπέρβλητη ευγλωττία του, γεννήθηκε στην Αντιόχεια το 354. μαθήτευσε κοντά στο φημισμένο εθνικό ρητοροδιδάσκαλο Λιβάνιο. Με τις παραινέσεις της ενάρετης μητέρας του Ανθούσας οδηγήθηκε στο πνεύμα του χριστιανισμού. Το 380 χειροτονήθηκε διάκονος στην Αντιόχεια και το 385 πρεσβύτερος. Το 398 παρά τη θέλησή του έγινε Αρχιεπίσκοπος της Κων/λεως. Εκείνο που χαρακτηρίζει τον Ιωάννη είναι πρώτα και κύρια η αγάπη του στο θεό, η αγάπη του στο φτωχό λαό και η αγωνιστικότητα.

Στην υπηρεσία αυτής της διπλής αγάπης βάζει και την καταπληκτική ευγλωττία του. Δε μιλάει για να εντυπωσιάσει, αλλά για να στηρίξει και να καθοδηγήσει το λαό. διδάσκει, παρηγορεί, νουθετεί, υπερασπίζεται αδικημένους, οργανώνει ιεραποστολές. Η αγάπη του για τους φτωχούς ήταν τόσο μεγάλη, ώστε πούλησε ακόμη και τα αντικείμενα του επισκοπικού μεγάρου για να υποστηρίζει τη φτωχολογιά τη πόλης. Στις μέρες του η εκκλησία της Κων/λης τρέφει 7000 φτωχούς. Η ελεγκτική του γλώσσα τον οδήγησε σε σύγκρουση με την αυτοκράτειρα Ευδοξία, η οποία με συμμάχους εχθρούς του τον εξορίζει στα βάθη της Αρμενίας. Πέθανε από εξάντληση στις 14 Σεπτεμβρίου του 407 στα Κόμανα του Πόντου. Τα τελευταία του λόγια ήταν: "Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν". Η Εκκλησία τιμά τη μνήμη του στις 13 Νοεμβρίου. Το μέτρο της αξίας του Χρυσόστομου το δίνει παραστατικά η φράση που είπε κάποιος σύγχρονός του, όταν πληροφορήθηκε το θάνατό του: "καλύτερα να έσβηνε ο ήλιος παρά που εσίγησε το στόμα του Ιωάννη". Οι τρεις Ιεράρχες έδειξαν με τη ζωή και το έργο τους ότι η πίστη προς το θεό και η αγάπη προς το συνάνθρωπο συμβαδίζουν. Νοημάτισαν τον αρχαίο κλασικό κόσμο και διέσωσαν αξίες με πανανθρώπινο περιεχόμενο. Απέδειξαν ότι η αλήθεια του Χριστού μπορεί σε κάθε εποχή να γίνει πράξη. Αυτός είναι ο σκοπός της πραγματικής γνώσης. Οι ίδιοι είναι οδηγοί προς την αληθινή γνώση και τη μόρφωση.

Οι τρεις ιεράρχες και οι χριστιανές μητέρες τους ας είναι αγαθά πρότυπα κάθε νέου ανθρώπου, κάθε χριστιανού!